Υστεροσκόπηση

Η υστεροσκόπηση αποτελεί μια άριστη μέθοδο ελέγχου της κοιλότητας της μήτρας και του τραχηλικού καναλιού. Πραγματοποιείται με την χρήση κατάλληλου προηγμένου εξοπλισμού, και μπορεί να εφαρμοσθεί κατά περίπτωση στο εξωτερικό ιατρείο ή στο νοσοκομείο. Κατά την μέθοδο αυτή, εισάγεται διαμέσου του τραχήλου το ειδικό υστεροσκόπιο, διατείνεται η κοιλότητα της μήτρας με αέριο ή υγρό, και με την βοήθεια κάμερας επιτυγχάνεται η προβολή της εικόνας της κοιλότητας σε monitor.

Η υστεροσκόπηση εφαρμόζεται στα πλαίσια της διερεύνησης ανωμάλων αιμορραγιών από την μήτρα και περιπτώσεων υπογονιμότητας, όπου πιθανολογείται κάποιος ενδομητρικός ή ενδοτραχηλικός αιτιολογικός παράγοντας. Με τον τρόπο αυτόν διαπιστώνονται με ακρίβεια όλες οι πιθανές παθολογικές καταστάσεις, όπως οι πολύποδες του ενδομητρίου και του τραχηλικού καναλιού, τα υποβλεννογόνια ινομυώματα, οι ενδομητρικές συμφύσεις, διάφορες συγγενείς ανωμαλίες της μήτρας καθώς και οι κακοήθειες του ενδομητρίου.

Παράλληλα, με την χρήση ειδικών μικροσκοπικών εργαλείων, είναι δυνατή η άμεση αντιμετώπιση πολλών από τις παραπάνω καταστάσεις, όπως η εκτομή των υποβλεννογονίων ινομυωμάτων, των πολυπόδων και των διαφραγμάτων, ενώ είναι δυνατή η λήψη βιοψιών από ύποπτες περιοχές. Σαν τεχνική, η υστεροσκόπηση είναι λιγότερο τραυματική από την απόξεση της μήτρας, ενώ η διάγνωση και αντιμετώπιση επιτυγχάνεται με απόλυτη ακρίβεια, δεδομένου ότι τα πάντα γίνονται υπό άμεση όραση και όχι ‘τυφλά’.

Η διαγνωστική υστεροσκόπηση όπως και η πλειοψηφία των επεμβατικών εφαρμογών της (με εξαίρεση τα υποβλεννογόνια ινομυώματα και τους πολύ μεγάλους πολύποδες) είναι δυνατόν να γίνουν και χωρίς αναισθησία από εξειδικευμένους γυναικολόγους, επιτρέποντας την άμεση επιστροφή της γυναίκας στις συνήθεις δραστηριότητες της.